Το AIDS , δηλαδή το Σύνδρομο Επίκτητης Ανοσοανεπάρκειας, είναι η ασθένεια που προκαλείται από τον ιό HIV . Ο ιός προσβάλλει τα Τ4-λεμφοκύτταρα, ένα τύπο λευκών αιμοσφαιρίων. Τα κύτταρα αυτά είναι υπεύθυνα για την άμυνα του οργανισμού ενάντια στις διάφορες λοιμώξεις. Εφ’ όσον τα λεμφοκύτταρα καταστρέφονται, η ικανότητα του οργανισμού να καταπολεμήσει τα διάφορα μικρόβια μειώνεται. Ένα άτομο που έχει προσβληθεί από τον ιό HIV ονομάζεται οροθετικό, μια που στο αίμα του μπορούν να ανιχνευθούν αντισώματα κατά του ιού. Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι τα αντισώματα αυτά δεν παρέχουν στον οργανισμό καμία προστασία κατά του ιού.
Μετάδοση: Ο ιός HIV μεταδίδεται με τρεις βασικούς τρόπους:
(α) Μέσω του αίματος και των παραγώγων του, για παράδειγμα από μεταγγίσεις με αίμα μολυσμένο, από κοινή χρήση βελονών και συριγγών για λήψη ναρκωτικών, από μη αποστειρωμένα όργανα βελονισμού, τατουάζ, κλπ.
(β) Με το κολπικό, πρωκτικό και στοματικό σεξ, μέσω του σπέρματος και ων κολπικών υγρών και,
(γ) Κάθετα, δηλαδή από τη μητέρα στο έμβρυο κατά την εγκυμοσύνη και από τη μητέρα στο νεογνό κατά τη γέννα και το θηλασμό.
Δεν μεταδίδεται με την απλή κοινωνική επαφή, ούτε από τις τουαλέτες, ούτε από τα έντομα.
Περίοδος Επώασης : Τα συμπτώματα μπορεί να κάνουν μέχρι και 10-15 χρόνια να εμφανιστούν.
Συμπτώματα/ Σημεία:
(α) Πολλά άτομα που μολύνονται από τον ιό HIV παραμένουν ασυμπτωματικά για χρόνια. Υπάρχουν ωστόσο και άτομα που λίγες βδομάδες μετά από την προσβολή τους με τον ιό, θα εκδηλώσουν συμπτώματα παρόμοια με αυτά της γρίπης, όπως πυρετό, πονόλαιμο, διόγκωση των λεμφαδένων, κούραση. Τα συμπτώματα αυτά υποχωρούν από μόνα τους.
(β) Μετά από χρονικό διάστημα, που μπορεί να είναι μήνες ή και χρόνια, ένα οροθετικό άτομο θα αρχίσει να παρουσιάζει 2 ή [περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα και κλινικά σημεία: λεμφαδενοπάθεια, νυκτερινή εφίδρωση, απώλεια βάρους, διάρροια, παρατεταμένους πυρετούς, καταβολή δυνάμεων και ευκαιριακές λοιμώξεις (δηλαδή περιστασιακές μολύνσεις που κανονικά, σε άτομα υγιή, δεν προκαλούν ιδιαίτερα σοβαρά προβλήματα).
Πλήρες AIDS
Στη φάση αυτή πλέον, οι ευκαιριακές λοιμώξεις είναι πιο πολλές και πιο συχνές (π.χ. Έρπης ζωστήρας, τοξοπλάσμωση, μεγαλοκυτταροϊός, μυκητιάσεις, πνευμονικές λοιμώξεις). Μπορεί επίσης να εμφανιστεί το σάρκωμα Καπόζι (ένα είδος καρκίνου του δέρματος).
Διάγνωση & Θεραπεία: Επειδή η λοίμωξη στην αρχή είναι ασυμπτωματική, ο μόνος τρόπος για διάγνωσή της είναι η ανάλυση αίματος. Η ανιχνευτική αυτή ανάλυση εντοπίζει στο αίμα αντισώματα κατά του ιού. Τα αντισώματα αυτά είναι ανιχνεύσιμα κατά μέσο όρο στις 6 βδομάδες μετά την πρώτη επαφή με τον ιό. Τις πιο πολλές φορές εμφανίζονται μέχρι τον τρίτο μήνα της λοίμωξης. Κάποτε όμως μπορούν να κάνουν και 6 μήνες να εμφανιστούν. Οπότε, ένα άτομο μπορεί να χρειαστεί να υποβληθεί στην ανάλυση περισσότερες από μια φορές κατά τη διάρκεια της περιόδου των 6 μηνών. Αν σε ένα άτομο βρεθούν αντισώματα κατά του ιού, τότε το αποτέλεσμα επιβεβαιώνεται με άλλες αναλύσεις που είναι ειδικές για ανεύρεση του ιδίου του ιού στο αίμα. Μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί φάρμακο που να σκοτώνει τον ιό και να απαλλάσσει τον οργανισμό από την καταστροφική παρουσία του. Υπάρχει η λεγόμενη «τριπλή» θεραπεία, δηλαδή ένας συνδυασμός φαρμάκων που εμποδίζουν τις διάφορες λειτουργίες του ιού. Ως αποτέλεσμα βοηθούν στην καταστολή των συμπτωμάτων καις την καθυστέρηση της εξέλιξης της νόσου. Μέχρι τώρα δεν έχει ανακαλυφθεί ούτε προληπτικό εμβόλιο αλλά οι έρευνες και οι δοκιμές συνεχίζονται.
Επιπλοκές: Με τα σημερινά δεδομένα από τη στιγμή που θα εκδηλωθεί η ασθένεια αυτή, η θνησιμότητά της είναι 100%.
Πρόληψη
Μετάδοση μέσω του σεξ:
– Για την πρόληψη της μετάδοσης του ιού μέσω του σεξ, ισχύουν οι γενικοί κανόνες πρόληψης που υπάρχουν για όλα τα Σ.Μ.Ν, δηλαδή αποχή, μονογαμική σχέση ή μείωση των ερωτικών συντρόφων, και συστηματική και σωστή χρήση του προφυλακτικού.
– Πρέπει εδώ να τονιστεί ότι άτομα με άλλα Σ.Μ.Ν. έχουν πιο αυξημένο κίνδυνο για προσβολή από τον ιό HIV .
Μετάδοση μέσω του αίματος:
– Όλα τα παράγωγα του αίματος εξετάζονται πριν από τις μεταγγίσεις.
– Δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται κοινές σύριγγες και βελόνες για λήψη ενδοφλέβιων ναρκωτικών, αλλά σύριγγες και βελόνες μίας χρήσης, ούτε οποιαδήποτε μη αποστειρωμένα εργαλεία που τρυπούν το δέρμα. Η πλήρης αποφυγή τέτοιων πρακτικών φυσικά είναι πάντα η καλύτερη πρόληψη.
Κάθετη μετάδοση:
Στατιστικά γύρω στο 25% των οροθετικών εγκύων θα μεταδώσουν τον ιό στο μωρό τους. Με τη λήψη προληπτικής θεραπείας η πιθανότητα μετάδοσης μειώνεται στο 8%. Η θεραπεία δίνεται στην έγκυο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, τον καιρό του τοκετού καις τη συνέχεια παρέχεται και στο μωρό για 6 βδομάδες.